ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

 

ΓΕΡΩΝ ΠΑΪΣΙΟΣ
Ο ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ

  

Η ΛΟΓΙΚΗ ΣΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ

 

Ἡ λογική (1) δὲν ἔχει καμμιά θέση στὴν πνευματική ζωή. Μπαίνουν Ἄγγελοι, Ἅγιοι ἀπὸ τὸ παράθυρο, τούς βλέπεις, μιλᾶς μαζί τους, φεύγουν… Ἄν πᾶς νὰ τὰ ἐξετάσης αὐτὰ  μὲ τὴν λογική, δὲν γίνεται. Στὴν ἐποχή μας ποὺ ἔχουν αὐξηθῆ οἱ γνώσεις, δυστυχῶς ἡ ἐμπιστοσύνη μόνο στὴν λογική κλόνισε τὴν πίστη ἀπὸ τὰ θεμέλια καὶ γέμισε τὶς ψυχές ἀπὸ ἐρωτηματικά καὶ ἀμφιβολίες. Γι’ αὐτὸ στερούμαστε τὰ θαύματα, γιατί τὸ θαῦμα ζῆται καὶ δὲν ἐξηγεῖται μὲ τὴν λογική. Ἀντίθετα, ἡ πίστη στὸν Θεό τραβάει τὴν θεϊκή δύναμη κάτω καὶ ἀναποδογυρίζει ὅλα τὰ ἀνθρώπινα συμπεράσματα. Κάνει θαύματα, ἀνασταίνει νεκρούς καὶ ἀφήνει μὲ στόμα ἀνοικτό τὴν ἐπιστήμη. Ὅλα τὰ πράγματα τῆς πνευματικῆς ζωῆς ἐξωτερικά φαίνονται ἀνάποδα. Ἄν δὲν ἀναποδογυρίση κανεὶς τὸ κοσμικό του φρόνιμα, νὰ γίνη πνευματικός ἄνθρωπος, ἀδύνατον εἶναι νὰ γνωρίση τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ ποὺ μᾶς φαίνονται παράξενα (ἀνά­ποδα). Ὅποιος νομίζει ὅτι μπορεῖ νὰ γνωρίση τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν ἐξωτερική ἐπιστημονική θεωρία, μοιάζει μὲ ἀνόητο ποὺ θέλει νὰ δῆ τὸν Παράδεισο μὲ τὸ τηλε­σκόπιο.

Ἡ λογική κάνει πολύ κακό, ὅταν κανεὶς πάη νὰ ἐξετάση μὲ αὐτήν τὰ θεία, τὰ μυστήρια, τὰ θαύματα. Οἱ Καθολικοί μὲ τὴν λογική τους ἔφθασαν νὰ ἐξετάσουν τὴν Θεία Κοινωνία στὸ Χημεῖο, γιὰ νὰ δοῦν ἄν πράγματα εἶναι Σῶμα καὶ Αἷμα Χριστοῦ. Οἱ Ἅγιοι ὅμως μὲ τὴν πίστη ποὺ εἶχαν, συχνά ἔβλεπαν Σάρκα καὶ Αἷμα στὴν ἁγία Λαβίδα. Σὲ λίγο θὰ φθάσουν νὰ περνοῦν καὶ τούς Ἁγίους ἀπὸ τὶς ἀκτίνες, γιὰ νὰ διαπιστώσουν τὴν ἁγιότητά τους! Πέταξαν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἔβαλαν τὴν λογική τους καὶ τώρα ἀσχολοῦνται μὲ τὴν λευκή μαγεία. Σὲ ἕναν Καθολικό ποὺ εἶχε καλή διάθεση –ἔκλεγε ὁ καημένος – εἶπα: «Μία ἀπὸ τὶς σπουδαιότερες διαφορές ποὺ ἔχουμε εἶναι καὶ αὐτή, ἐσεῖς βάζετε τὸν ἐγκέφαλο, ἐμεῖς τὴν πίστη. Ἐσεῖς ἀναπτύξατε τὸν ὀρθολογισμό καὶ γενικά τὸν ἀνθρώπινο παράγοντα. Μὲ τὴν λογική σας περιορίζετε τὴν θεϊκή δύναμη, γιατί τὴν θεία Χάρη τὴν πετᾶτε στὴν ἄκρη. Ἐσεῖς στὸν ἁγιασμό ρίχνετε συντηρητικό, γιὰ νὰ μή χαλάση. Ἐμεῖς στὰ χαλασμένα ρίχνουμε ἁγιασμό καὶ γίνονται καλά. Πιστεύουμε στὴν Χάρη ποὺ ἁγιάζει καὶ ὁ ἁγιασμός κρατάει καὶ διακόσια καὶ πεντακόσια χρόνια, δὲν χαλάει ποτέ».

 

Ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι λογική βλαμμένη. Λογική ποὺ ἔχει ἐγωισμό ἔχει καὶ δαιμόνιο φωλιασμένο. Ὅταν μπαίνη αὐτή ἡ λογική στὶς ἐνέργειές μας, δίνουμε δικαίωμα στὸν διάβολο.


Εἶναι μερικοί ποὺ προσπαθοῦν νὰ τὰ πιάνουν ὅλα μόνο μὲ τὸ μυαλό. Σάν αὐτούς ποὺ θέλουν νὰ κάνουν νοερά προσευχή μὲ τὸ μυαλό. Σφίγγουν τὸ κεφάλι, γιὰ νὰ συγκε­ντρωθοῦν, πονάει μετά τὸ κεφάλι. Ἄν ἀντιμετώπιζα ἐγώ ἔτσι τὰ θέματα ποῦ ἔχω νὰ ἀντιμετωπίσω κάθε μέρα, νομίζεις ὅτι θὰ μποροῦσα νὰ τὰ βγάλω πέρα; Ἀλλά κάνω ὅ,τι μπορῶ ἀνθρωπίνως καὶ μετά τὰ ἀφήνω στὸν Θεό. «Ὁ Θεός, λέω, θὰ δείξη, θὰ φωτίση τί πρέπει νὰ γίνη». Πολλοί ἀρχίζουν: «Καὶ πῶς θὰ γίνει αὐτή ἡ δουλειά καὶ τί θὰ γίνη μ΄ ἐκεῖνο ἤ μὲ τὸ ἄλλο», καὶ μὲ τὸ παραμικρό τους πονάει τὸ κεφάλι. Ὅταν κανεὶς προσπαθῆ νὰ τακτοποιήση τὰ πράγματα μόνο μὲ τὴν λογική, ζαλίζεται. Πρέπει νὰ βάλη τὸν Θεό μπροστὰ ἀπὸ κάθε ἐνέργειά του. Νὰ μήν κάνη δουλειά, χωρίς νὰ ἐμπιστεύεται στὸν Θεό, γιατί μετά ἀγωνιᾶ καὶ κουράζει τὸ μυαλό καὶ νιώθει ἄσχημα ψυχικά.

 

(Ἕνας μοναχός τὸν λογισμό του), νὰ τὸν τακτοποιῆ μὲ τὴν πνευματική λογική ὄχι μὲ τὴν κοσμική λογική. Νὰ γυρίση τὸ κουμπί στὴν πνευματική συχνότητα. Νὰ σκέφτεται πνευματικά καὶ ἡ τοποθέτησή του νὰ εἶναι πνευματική. Ἀκόμη καὶ σὲ ἕναν λαϊκό ποὺ εἶναι πνευματικός ἄνθρωπος δὲν ἔχει καμμία θέση ἡ κοσμική λογική. Ἡ κοσμική λογική εἶναι γιὰ ἕναν καλό ἄνθρωπο ποὺ δὲν πιστεύει.

Πνευματική τοποθέτηση εἶναι νὰ χαίρεσαι μὲ τὰ ἀντίθετα ἀπὸ αὐτὰ  μὲ τὰ ὁποία χαίρονται οἱ κοσμικοί. Νὰ χαίρεσαι, ὅταν λ.χ. δὲν σοῦ δίνουν σημασία. Μόνο μὲ τὰ ἀντίθετα τῶν κοσμικῶν ἐπιδιώξεων θὰ κινηθοῦμε στὸν πνευματικό χῶρο. Χρήματα θέλεις; Δῶσε καὶ τὸ πορτοφόλι. Θρόνο θέλεις; Κάθισε τὸν ἑαυτό σου στὸ σκαμνί.

Καλύτερα εἶναι αὐτοί ποὺ πᾶνε στὸ Λεμπέτι (2), παρά αὐτοί οἱ Χριστιανοί ποὺ ἔχουν τὸν ὀρθολογισμό, δηλαδή τὴν ὑπερήφανη λογική.

 

 

1) Ὅταν ὁ Γέροντας ἀναφέρεται στὴν λογική καὶ τὴν μέμφεται, δὲν ἐννοεῖ τὸ χάρισμα μὲ τὸ ὁποῖο ὁ Θεὸς τίμησε τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ τὸν ὀρθολογισμό ἤ, ὅπως λέει ὁ ἴδιος, τὸν «βλαμμένο λόγο», τὸν ἀπογυμνωμένο ἀπὸ τὴν πίστη στὸν Θεό, ὁ ὁποῖος ἀρνεῖται τὴν θεία Πρόνοια καὶ ἀποκλείει τὸ θαῦμα.

2) Τὸ ψυχιατρικό νοσοκομεῖο τῆς Θεσσαλονίκης.

 

 

  

Η ΚΟΣΜΙΚΗ ΛΟΓΙΚΗ ΒΑΣΑΝΙΖΕΙ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ

 

Ἡ λογική βασανίζει τὸν ἄνθρωπο. Π.χ. λέω: «Αὐτὸ πρέπει νὰ γίνη ἔτσι»καὶ τὸ κάνω, γιατί πρέπει νὰ γίνη. Δὲν τὸ κάνω δηλαδή μὲ τὴν καρδιά, ἀλλὰ γιατί μου τὸ ὑπαγορεύει ἡ λογική. Ἡ λογική λέει, ἀλλὰ καὶ ἡ εὐγένεια λέει: «Πρέπει νὰ παραχωρήσω τὴν θέση μου». Δὲν τὸ λέει ὅμως ἡ καρδιά. Ἄλλο εἶναι νὰ σκιρτήση ἡ καρδιά καὶ νὰ παραχωρήσω ἀπὸ ἀγάπη τὴν θέση μου. Τότε θὰ νιώσω χαρά.

Νὰ μήν ὑπάρχει ὁ ἐαυτός μας στὶς ἐνέργειές μας. Νὰ μή ζητοῦμε τὴν δική μας ἀνάπαυση. Αὐτὸ ἐμποδίζει νὰ ἔρθη ὁ Χριστός. Νὰ κοιτάζη κανεὶς τί ἀναπαύει τὸν ἄλ­λον. Ἡ πραγματική ἀνάπαυση γεννιέται ἀπὸ τὴν ἀνάπαυση τοῦ ἄλλου. Τότε ἀναπαύεται καὶ ὁ Θεὸς στὸν ἄνθρωπο καὶ ὁ ἄνθρωπος παύει νὰ εἶναι ἄνθρωπος, θεώνεται. Ἀλλιῶς δουλεύει μόνον τὸ μυαλό, καὶ τότε ὅλα εἶναι σαρκικά, ἀνθρώπινα.

 

Ἡ κοσμική λογική κουράζει τὸ μυαλό καὶ ἀποδυναμώνει τὶς σωματικές δυνάμεις, περιορίζει τὴν καρδιά, ἐνῶ ἡ πνευματική λογική της δίνει εὐρύτητα. Τὸ μυαλό, ὅταν χρησιμοποιῆται σωστὰ, μπορεῖ νὰ κεντήση τὴν καρδιά καὶ νὰ τὴν βοηθήση. Ὅταν ὁ νοῦς πάη στὴν καρδιά καὶ συνεργασθῆ μὲ τὴν καρδιά, κάθε ἐργασία ποὺ κάνουμε παύει νὰ εἶναι μία ἐργασία μόνο λογική. Ἡ λογική εἶναι χάρισμα. Τὴν λογική ὅμως αὐτή πρέπει νὰ τὴν ἁγιάσουμε.

 

 

  

Η ΚΟΣΜΙΚΗ ΛΟΓΙΚΗ ΑΛΛΟΙΩΝΕΙ ΤΟ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΑΙΣΘΗΤΗΡΙΟ

 

Οἱ Ἅγιοι Πατέρες τὰ ἔβλεπαν ὅλα μὲ τὸ πνευματικό, μὲ τὸ θεϊκό μάτι. Τὰ Πατερικά εἶναι γραμμένα μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, καὶ μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ ἔκαναν τὶς ἑρμηνεῖες οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Τώρα δὲν ὑπάρχει συχνά αὐτὸ τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ καταλαβαίνουν τὰ Πατερικά. Τὰ βλέπουν ὅλα μὲ τὸ κοσμικό μάτι, δὲν βλέπουν πιὸ πέρα, δὲν ἔχουν τὴν εὐρύτητα ποὺ δίνουν ἡ πίστη καὶ ἡ ἀγάπη. Ὁ Μέγας Ἀρσένιος (1) ἄφηνε τὰ βάγια μέσα στὸ νερό, χωρίς νὰ τὸ ἀλλάζη, καὶ τὸ νερό μύριζε πολύ. Ἐμεῖς ποῦ νὰ καταλάβουμε τί πήγαζε μέσα ἀπὸ ἐκεῖνο τὸ βρώμικο νερό! «Μά δὲν τὸ καταλαβαίνω αὐτό», σοῦ λέει ὁ ἄλλος. Δὲν στέκεται νὰ δή μήπως ὑπάρχη καὶ κάτι ἄλλο, ἀλλὰ τὸ ἀρνεῖται, γιατί δὲν τὸ καταλαβαίνει!

 

Ὅταν μπαίνη ἡ λογική, δὲν μπορεῖ νὰ καταλάβη κανεὶς οὔτε τὸ Εὐαγγέλιο οὔτε τούς Ἁγίους Πατέρες. Ἀλλοιώνεται τὸ πνευματικό αἰσθητήριο, καὶ ὁ ἄνθρωπος μὲ τὴν λογική του βγάζει ἄχρηστα καὶ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὰ Πατερικά καὶ φθάνει νὰ λέη: «Τόσα χρόνια ταλαιπωροῦνται οἱ ἄνθρωποι ἄδικα μὲ τὴν ἄσκηση, τὴν νηστεία κ.λπ.!». Αὐτὸ εἶναι βλασφημία. Ἦρθε μία φορά ἕνας κελλιώτης μοναχός στὸ Καλύβι μὲ αὐτοκίνητο. «Παιδί μου, τοῦ λέω, τί τὸ θέλεις ἐσύ τὸ αὐτοκίνητο; Δὲν ταιριάζει!».«Γιατί, Γέροντα; μοῦ λέει. Δὲν γράφει στὸ Εὐαγγέλιο «ἑκατονταπλασίονα λήψεται καὶ ζωήν τὴν αἰώνιον;». «Τὸ «ἑκατονταπλασίονα λήψεται» τὸ λέει γι’ αὐτὰ  ποὺ χρειάζεται νὰ ἔχη κανείς. Ἀλλά πάλι γιὰ τὸν μοναχό ταιριάζει αὐτὸ ποὺ λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Ὡς μηΔὲν ἔχοντες καὶ πάντα κατέχοντες» (2). Δηλαδή, τίποτε δὲν ἔχει ὁ μοναχός, ἀλλὰ μπορεῖ νὰ κάνη κουμάντο στὰ ταμεῖα τῶν ἄλλων, γιατί τὸν ἐμπιστεύονται γιὰ τὴν ἀρετή του. Ὄχι νὰ ἔχουμε ἐμεῖς οἱ μοναχοί!».Βλέπετε μὲ τὴν λογική τί ἑρμηνεῖες λανθασμένες μπορεῖ νὰ δώση κανείς; Πάντα νὰ ξέρετε, ἄν δὲν ἐξαγνισθῆ ὁ ἄνθρωπος, ἄν δὲν ἔρθη ὁ θεῖος φωτισμός, συνέχεια οἱ ἑρμηνεῖες ποὺ θὰ δίνη, θὰ εἶναι ὅλο θολούρα.

 

Μὲ ρώτησαν μία φορά: «Γιατί ἡ Παναγία δὲν ἔκανε θαῦμα στὴν Τῆνο καὶ οἱ Ἰταλοί τίναξαν τὸ καράβι «Ἕλλη» τὴν ἡμέρα τῆς μνήμης της;». Ἐνῶ ἡ Παναγία ἔτσι ἔκανε μεγαλύτερο θαῦμα. Τὸ τίναγμα τῆς «Ἕλλης» προκάλεσε τὴν ἀγανάκτηση τῶν Ἑλλήνων. Κατάλαβαν οἱ Ἕλληνες ὅτι οἱ Ἰταλοί δὲν σέβονται τίποτε καὶ ἀγανάκτησαν, ὅποτε μετά τούς ἐδίωξαν φωνάζοντας «ἀέρα». Ἀλλιῶς θὰ ἔλεγαν: «Καὶ αὐτοί θρησκεύουν, εἶναι φίλοι μας». Δὲν θὰ καταλάβαιναν τὴν ἀσέβεια τῶν Ἰταλῶν. Καὶ ἔρχονται τώρα αὐτοί μὲ τὴν λογική τους καὶ λένε: «Γιατί νὰ μήν κάνη θαῦμα ἡ Παναγία;». Τί νὰ πῆς;

Ἄλλοι ρωτοῦν: «Καλά, τὴν μέτρησαν τὴν φωτιά στὴν Βαβυλώνα, ὅταν ἔβαλαν μέσα τούς τρεῖς Παῖδες καὶ λένε ὅτι ἦταν σαράντα ἐννιά πήχεις;». Μά ἀφοῦ τὴν πρώτη φορά ἦταν ἑπτά μέτρα ὕψος ἡ φλόγα καὶ ὕστερα ἔβαλαν καύσιμη ὕλη, γιὰ νὰ γίνη ἑπταπλάσια. Ἑπτὰ ἐπί ἑπτά δὲν κάνει σαράντα ἐννιά; Βάζεις κάτι τέτοιους στὴν φωτιά; Βλέπεις ἕναν ὀρθολογισμό, μία λογική παράλογη, τελείως ἔξω ἀπὸ τὴν πραγματικότητα. Μερικοί ἀπὸ τούς σημερινούς θεολόγους μὲ κάτι τέτοια ἀσχολοῦνται. Π.χ. ρωτοῦν: «Οἱ δαίμονες ποῦ ἔπεσαν στὴν θάλασσα ζοῦν ἤ πνίγηκαν (3);». Σημασία ἔχει τὸ ὅτι ἔφυγαν ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο. Τί σὲ νοιάζει ἐσένα τί ἔγιναν; Κοίταξε ἐσύ νὰ μή δαιμο­νισθῆς καὶ μήν ἀσχολῆσαι μὲ τὸ ποῦ βρίσκονται τώρα ἐκεῖνα τὰ δαιμόνια!

 

Τὸ Εὐαγγέλιο καὶ ἡ κοσμική λογική δὲν συμβιβάζονται. Στὸ Εὐαγγέλιο εἶναι ἡ ἀγάπη. Στὴν λογική εἶναι τὸ συμφέρον. Στὸ Εὐαγγέλιο λέει: «Ἄν σέ ἀγγαρεύση κάποιος γιά ένα μίλι, ἐσύ νὰ πᾶς δύο μίλια» (4). Ποῦ ὑπάρχει λογική ἐδῶ πέρα; Ἐδῶ εἶναι μᾶλλον τρέλλα! Γι’ αὐτὸ ὅσοι πᾶνε νὰ συμβιβάσουν τὸ Εὐαγγέλιο μὲ τὴν κοσμική λογική μπερδεύονται ἄσχημα. Ὑπάρχουν λ.χ. διάφορες ὁμάδες ποὺ ὀργανώνουν φιλανθρωπικά ἔργα. Μαθαίνουν φέρ΄ εἰπεῖν ὅτι κάποιος ἔπαθε μεγάλη ζημιά, φτώζυνε καὶ ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ χρήματα. «Νὰ τὸν βοηθήσουμε, λένε, ἀλλὰ προηγουμένως ἄς βεβαιωθοῦμε ἄν ἔχη πράγματι ἀνάγκη». Καὶ πᾶνε δυὸ-τρεῖς νὰ τὸν ἐπισκεφθοῦν, γιὰ νὰ δοῦν ἄν πράγματι ἔχη ἀνάγκη. Καὶ βλέπουν, ἄς ὑποθέσουμε, νὰ ἔχη πολυτελές σαλόνι καὶ λένε: «Ἄ, ἔχει τέτοιες πολυθρόνες, τέτοιο σαλόνι! Αὐτός, γιὰ νὰ ἔχη τέτοια ἔπιπλα, δὲν ἔχει ἀνάγκη». Καὶ τὴν βοήθεια δὲν τὴν δίνουν. Δὲν καταλαβαίνουν ὅμως ὅτι ὁ ἄλλος πεινάει. Γιατί, ὅταν γίνεται κανεὶς φτωχός, αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι ἀπὸ τὴν μία ὥρα στὴν ἄλλη ἀλλάζει ἀκόμη καὶ τὰ ροῦχα του. Καὶ ποὺ ξέρεις ἄν αὐτὸ τὸ σαλόνι δὲν τὸ εἶχε ἀπὸ παλιά καὶ ὁ καημένος δὲν πρόλαβε νὰ τὸ πουλήση ἀκόμη; Ἤ μπορεῖ νὰ τοῦ τὸ χάρισε κάποιος ποὺ ἔμαθε τὴν ἀνάγκη τῆς οἰκογενείας του. Κρίνουν μὲ τὴν λογική καὶ μπερδεύονται, καὶ τὸ Εὐαγγέλιο μένει ἔξω ἀπὸ τὴν ζωή τους. Οἱ ἄνθρωποι βλέπουν ἐξωτερικά, Γι’ αὐτὸ καὶ τὰ ἑρμηνεύουν ὅλα ἀλλιῶς.

 

 

1) Εἶχαν ρωτήσει τὸν Ἀββᾶ Ἀρσένιο μερικοί Γέροντες: «Γιατί δὲν ἀλλάζεις τὸ νερό, ἀφοῦ μυρίζει;», καὶ ἐκεῖνος ἀπάντησε: «Ἀντί γιὰ τὰ ἀρώματα ποὺ ἀπήλαυσα στὸν κόσμο, πρέπει νὰ ὑποφέρω αὐτήν τὴν μυρωδιά». (Βλ. Τὸ Γεροντικόν, Ἀββάς Ἀρσένιος ιη΄, σ. 6).

2) Βλ. Β΄ Κορ. 6, 10/ Ματθ. 19, 29.

3) Βλ. Ματθ. 8, 32.

4) Βλ. Ματθ. 5, 41.

 

 

  

Η «ΚΑΤ' ΟΨΙΝ» ΚΡΙΣΗ

 

Ἡ κρίση καὶ ἡ ἀνθρώπινη δικαιοσύνη εἶναι κατὰ κανόνα ἄδικες. Ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀγάπη, μακροθυμία, ἐπιείκεια. Τὸ μικρόβιο τῆς πνευματικῆς σου ἀρρώστιας εἶναι ὅτι ἐξετάζεις τὰ πράγματα μὲ τὴν ἀνθρώπινη λογική. Τὸ φάρμακο τὸ δραστικό εἶναι οἱ καλοί λογισμοί. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος σκέφτεται δεξιά, ἔχη δηλαδή καλούς λογισμούς, αὐξάνει ἡ χωρητικότητα τῆς καρδιᾶς.

Ἡ λογική εἶναι ἡ ἀρρώστια τῶν διανοουμένων. Εἶναι στὸ μεδούλι τους. Ἐνῶ ἔχεις καρδιά, ἡ λογική πάει πιὸ μπροστὰ ἀπὸ τὴν καρδιά σου.

 

Εἶναι μερικοί ποὺ ἔχουν πολλή λογική καὶ κρίση μὲ ἐγωισμό, δὲν παραδέχονται κανέναν. Ζητοῦν τὸ ἀπόλυτο ἀπὸ τούς ἄλλους καὶ ὄχι ἀπὸ τὸν ἑαυτό τους, ἀναπαύονται στὶς ἀδυναμίες τους καὶ κατηγοροῦν τούς ἄλλους. Πράγματα πολύ παράξενα! Ἐξωτερικά εἶναι σχηματισμένοι, ἔχουν φτιάξει δηλαδή ἕναν ἐξωτερικό ἄνθρωπο γεμάτο ὑποκρισία καὶ δὲν ἔχουν ἴχνος ἁπλότητος. Αὐτή εἶναι καὶ ἡ διαφορά Εὐρωπαίων καὶ Ἑλλήνων, καὶ ὅταν λέω «Ἑλλήνων», ἐννοῶ τὸ ὀρθόδοξο πνεῦμα. Τὸν Εὐρωπαῖο δὲν μπορεῖς νὰ καταλάβης πότε μπορεῖς νὰ τὸν πλησιάσης καὶ πότε ὄχι. Πάντα «καλῶς ὁρίσατε» λέει μὲ ἕνα ψεύτικο χαμόγελο. Ἐνῶ τὸν Ἕλληνα τὸν καταλαβαίνεις. Ἔχει χαρά; Τὸ δείχνει. Ἔχει μοῦτρα; Τὸ δείχνει, μία κανονίζεις.

 

Καλά εἶναι σ΄ αὐτούς ποὺ ἔχουν κάμποσο μυαλό, νὰ πάρη ὁ Θεὸς τὸ κατσαβιδάκι καὶ νὰ τὸ στρίψη λίγο. Ὅσο ἀδειάζει τὸ μυαλό, τόσο Χάρη γεμίζει ὁ ἄνθρωπος. Ὅταν λέω μυαλό, ἐννοῶ τὴν κρίση τὴν ἀνθρώπινη, τὸν ἐγωισμό, τὴν αὐτοπεποίθηση. Ἀπὸ τὴν στιγμή ὅμως ποὺ θὰ καταλάβη κανεὶς ὅτι δὲν ἔχει σωστή κρίση καὶ πῆ, «ἔχω κρίση κοσμική, ἡ κρίση μου δὲν ἔχει θεῖο φωτισμό καὶ θὰ κάνω λάθος, Γι’ αὐτὸ δὲν πρέπει νὰ τὴν χρησιμοποιῶ», τότε ὁ Θεὸς θὰ τὸν φωτίση, θά γίνη διακριτικός καὶ θὰ διακρίνη ποιό εἶναι τὸ σωστό.

 

Ὁ πειρασμός ἀχρηστέυη ἔξυπνους ἀνθρώπους μὲ τὴν «κάτ΄ ὄψιν»κρίση. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχη τὸ ἀνθρώπινο στοιχεῖο μέσα του, κρίνει ἀνθρώπινα καὶ ἐγκληματεῖ. Πρέπει νὰ φύγη τὸ ἀνθρώπινο στοιχεῖο, γιὰ νὰ γίνη ἡ κρίση τοῦ θεϊκή. Ἡ κοσμική κρίση εἶναι λανθασμένη κρίση. Πόσες ἀδικίες γίνονται! Πόσες φορές κολάζεται κανείς! Γι’ αὐτὸ πάντα νὰ φέρνετε καλό λογισμό, γιὰ νὰ ἐξασφαλίζετε τὴν ψυχή σας. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι μυστήριο, δὲν μπορεῖς νὰ ξέρης τί κάνει! Μία φορά τὸ Πάσχα, μετά τὴν Θεία Λειτουργία τῆς Ἀναστὰσεως, καθήσαμε λίγο σὲ ἕνα Καλύβι νὰ φᾶμε τυρί καὶ αὐγό. Δίπλα μου καθόταν ἕνας μοναχός ποὺ εἶναι ἀγωγιάτης, μεταφέρει ξύλα. Τὸν βλέπω, κάνει στὴν ἄκρη αὐτὸ ποὺ τοῦ πρόσφεραν. «Φάε», τοῦ λέω. «Καλά, καλά, θὰ φάω», μοῦ λέει. Τὸν βλέπω μετά, πάλι δὲν ἔτρωγε. «Φάε, τοῦ ξαναλέω, σήμερα Πάσχα εἶναι». «Εὐλόγησον, Γέροντα, μοῦ λέει, ἐγώ, ὅταν κοινωνάω, δὲν τρώω, στὶς 2 τὸ ἀπόγευμα θὰ φάω». Ἀπὸ τὴν προηγούμενη ἡμέρα νηστικός καὶ θὰ ἔτρωγε τὸ ἀπόγευμα! Βλέπεις ἀπὸ εὐλάβεια τί ἔκανε; Καὶ οἱ ἄλλοι μπορεῖ νὰ τὸν θεωροῦσαν ἕναν ἁπλό ἀγωγιάτη.

 

Ὁ ἄνθρωπος εἶναι μυστήριο! Καὶ ἄν σὲ ἔβαλαν νὰ κρίνης, νὰ σκεφθῆς: «Εἶναι αὐτή ἡ κρίση θεϊκή ἤ εἶναι γεμάτη ἐμπάθεια;». Εἶναι δηλαδή ἀνιδιοτελής ἤ γεμάτη ἰδιοτέλεια; Νὰ μήν ἔχετε ἐμπιστοσύνη στὸν ἑαυτό σας οὔτε στὴν κρίση σας. Ὑπάρχει μέσα πολύς ἐγωισμός, ὅταν κανεὶς κρίνη. Ἐμένα μὲ βάζουν νὰ κρίνω ἕνα θέμα καὶ ἐνῶ δὲν θέλω, ἀλλὰ ἀναγκάζομαι καὶ τὸ κάνω, καὶ πάρ΄ ὅλο ποὺ κρίνω μὲ ἀνιδιοτέλεια καὶ ἀμερόληπτα, ὅταν πάω νὰ κάνω προσευχή, δὲν νιώθω, ἄς ὑποθέσουμε, ἐκείνη τὴν γλυκύτητα ποὺ νιώθω ἄλλες φορές. Ὄχι ὅτι μὲ πειράζει ἡ συνείδησή μου γιὰ κάτι, ἀλλὰ γιατί ἔκρινα σάν ἄνθρωπος. Πόσο μᾶλλον ὅταν ἡ κρίση εἶναι λανθασμένη ἤ ἔχη μέσα καὶ τὴν δικαιολογία ἤ ἀνθρώπινα κριτήρια! Εἶναι μεγάλη ὑπόθεση ἡ κρίση. Ἡ κρίση εἶναι τοῦ Θεοῦ. Εἶναι φοβερό! Δὲν ἔχει σημασία ἄν ἔχη καλή διάθεση αὐτός ποὺ εἶναι στὴν θέση νὰ κρίνη. Σημασία ἔχει τί βγάζει μὲ τὴν κρίση του.

 

Χρειάζεται πολλή διάκριση. Φυσικά, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἔχουμε λίγη διάκριση, ἀλλὰ δυστυχῶς οἱ περισσότεροι ἀπὸ ἐμᾶς δὲν τὴν χρησιμοποιοῦμε γιὰ τὸν ἑαυτό μας ἀλλὰ γιὰ τούς συνανθρώπους μας (γιὰ νὰ μή… διακριθοῦν, δηλαδή γιὰ νὰ μήν ἀναδειχθοῦν). Ἔτσι τὴν μολύνουμε μὲ τὴν κρίση καὶ κατάκριση καὶ τὴν ἀπαίτηση νὰ διορθωθοῦν οἱ ἄλλοι, ἐνῶ θὰ ἔπρεπε νὰ ἔχουμε ἀπαίτηση μόνον ἀπὸ τὸν ἑαυτό μας, ποὺ δὲν ἀποφασίζει νὰ πάρη τὸν πνευματικό ἀγώνα στὰ ζεστὰ καὶ νὰ κόψη τὰ πάθη του, γιὰ νὰ ἐλευθερωθῆ ἡ ψυχή μας καὶ νὰ πετάξη στὸν Οὐρανό.

 

 

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ

ΛΟΓΟΙ Α'- ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ